Ο πριαπισμός είναι η ανεπιθύμητη επίμονη, παρατεταμένη και επώδυνη στύση που παραμένει και μετά την εκσπερμάτιση. Η διαφοροποίησή της από τις συχνές έντονες στύσεις του υγιούς άνδρα είναι ότι διαρκεί πολλές ώρες χωρίς να υπάρχει σεξουαλικό ερέθισμα και επιθυμία. Ο πριαπισμός χωρίζεται σε δυο κατηγορίες:

στον ΙΣΧΑΙΜΙΚΟ φλεβικό πριαπισμό και
στον ΑΡΤΗΡΙΑΚΟ πριαπισμό

Οι αιτίες του φλεβικού ισχαιμικού πριαπισμού είναι οι εξής:

α) Πρωτοπαθής ή ιδιοπαθής (40%)
β) Φάρμακα με κεντρική ή περιφερειακή δράση (αντιυπερτασικά, τραζοδόνη, κοκκαΐνη, μαριχουάνα, βαλεριάνα κ.ά.)
γ) Ενδοσυραγγώδεις ενέσεις αγγειοδραστικών ουσιών (παπαβερίνη, προσταγλανδίνη, φαιντολαμίνη)
δ) Νεοπλασίες και φλεγμονές που προσβάλλουν το πέος
ε) Κακώσεις εγκεφάλου και νωτιαίου μυελού

Η πάθηση χρειάζεται άμεση αντιμετώπιση, γιατί μπορεί να καταστρέψει τα σηραγγώδη σώματα του πέους προκαλώντας ίνωση (καταστροφή του στυτικού ιστού) και να οδηγηθεί ο άνδρας σε ανικανότητα.

Στον αρτηριακό πριαπισμό συνήθως έχει προηγηθεί κάποιος τραυματισμός στο πέος ή στο περίνεο. Η στύση μπορεί να είναι αυξομειούμενη με ελάχιστο πόνο και μπορεί να εμφανιστεί ώρες ή και μέρες μετά την κάκωση. Ο αρτηριακός πριαπισμός είναι σπάνιος και δεν απαιτεί επείγουσα αντιμετώπιση. Η συνεχής ροή αρτηριακού αίματος εξασφαλίζει την οξυγόνωση των σηραγγωδών σωμάτων. Αντιμετωπίζεται με ψυχρά επιθέματα, άσκηση πίεσης στο σημείο της ρήξης, αυτόματη επούλωση και λύση του πριαπισμού. Εμβολισμό μετά από παρακέντηση της έσω αιδοίκης αρτηρίας με αυτόλογο θρόμβο ο οποίος διαλύεται σε 48 ώρες και παρακολούθηση της αιμάτωσης των σηραγγωδών σωμάτων με έγχρωμη υπερηχογραφία.